Ο παπάς ετοιμάστηκε και βγήκε αμέσως μαζί της. Πλησιάζουν σε ένα φτωχό σπιτάκι, τύπου παράγκας. Η γριούλα ανοίγει την πόρτα και μπάζει τον ιερέα σε ένα δωμάτιο. Και να ξαφνικά ο παπάς ευρίσκεται εκεί μόνος με τον άρρωστο.
Ο άρρωστος του δείχνει με χειρονομίες την πόρτα και σκούζει.
– Φύγε από εδώ! Ποιος σε κάλεσε; Εγώ είμαι άθεος. Και άθεος θα πεθάνω.
Ο παπάς τα έχασε.
– Μα δεν ήλθα από μόνος μου! Με κάλεσε η γριά!
– Ποια γριά; Εγώ δεν ξέρω καμιά γριά!
Ο παπάς, καθώς στέκει απέναντί του, βλέπει επάνω από το κεφάλι του αρρώστου, μια φωτογραφία με την γυναίκα πού τον κάλεσε.
Του λέει, ενώ του δείχνει το πορτραίτο.
– Να αυτή!
– Ποια αυτή, ξέρεις, τί λες, παπά; Αυτή είναι η μάνα μου. Και έχει πεθάνει χρόνια τώρα!
Για μια στιγμή πάγωσαν και οι δύο. Αισθάνθηκαν δέος.
Ο άρρωστος άρχισε να κλαίει.
Και αφού έκλαψε, ζήτησε να εξομολογηθεί. Και μετά, κοινώνησε. Η μητέρα του είχε φροντίσει από τον ουρανό, να του δείξει τον δρόμο της σωτηρίας»
(αρχ. Παύλου Μπακογιάννη, Μετά θάνατον, εκδ. «Θαβώρ», σελ. 111-112)
https://myorthodoxsite.blogspot.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου